Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011

for vision

Φωτογραφία  Marcus Doyle


Είχε μείνει επίτηδες στο γραφείο αργά, όχι τόσο γιατί υπήρχαν υποθέσεις που έπρεπε να διεκπεραιωθούν όσο για να περάσει η ώρα. Η γραμματέας του είχε παραμείνει και εκείνη, όχι τόσο από αίσθηση καθήκοντος όσο γιατί η γυναικεία της φύση και οι φιλοδοξίες της, ένα αξεδιάλυτο κουβάρι αυτά μέσα της, της το επέβαλλαν.
Είχε σκοτεινιάσει για τα καλά όταν κατέβηκε τα σκαλιά της εισόδου. 
Η όμορφη , φιλόδοξη γυναίκα στον 4ο όροφο έκλεισε νευριασμένη τον καθρέφτη αφού επιθεώρησε για άλλη μια φορά το πρόσωπό της. Κι΄ όμως με θέλει … σκεφτόταν συνέχεια φορώντας το παλτό της.

Η πόλη άλλαζε πρόσωπο. Έπαιζε με τις σκοτεινιές και τα φώτα των δρόμων . Κοίταξε το ρολόι του για άλλη μια φορά. Θα λείπω του είχε πει στο τηλέφωνο. Κάποιο επαγγελματικό ραντεβού. Αυτά τα επαγγελματικά ραντεβού είχαν πληθήνει τον  τελευταίο καιρό και την κρατούσαν μακριά από το σπίτι μέχρι το ξημέρωμα σχεδόν…

Κάθε βράδυ στις 10.00 μπαίνει βιαστική σε αυτή την πόρτα του είχε πει το άτομο που έβαλε να την παρακολουθεί. Του έδωσε την φωτογραφία και σε ένα άλλο φύλλο χαρτί την διεύθυνση. Είναι πάντα μόνη. Κανείς δεν μπαίνει μετά, ούτε όμως πριν. Βγαίνει αρκετά πριν ξημερώσει. Μόνη. Όχι δεν μπόρεσα να μάθω που οδηγεί αυτή η πόρτα. Όχι δεν μπήκα.

Θα έμπαινε εκείνος σήμερα. Χαμένος στις σκέψεις του είχε φτάσει ήδη στην φωτισμένη σκάλα. Κανένας γύρω του. Ότι γίνει είπε από μέσα του και κατέβηκε βιαστικά. Η κόκκινη ταμπέλα στην πόρτα  δεν είχε λέξεις παρά   ιδεογράμματα ακατάληπτα σε αυτόν.

Έκανε λίγα βήματα πίσω για να παρατηρήσει την τοιχογραφία. Υπέροχο ψιθύρισε. Πραγματικά υπέροχο… Παράδεισος ! … και η ματιά του στάθηκε στα φλαμίνγκος. 
Το πόμολο γλύστρισε απαλά, αθόρυβα όπως αθόρυβα άρχισε να ανοίγει η πόρτα στο σκοτάδι. Καλολαδωμένη σκέφτηκε. 
Ανοιγόκλεισε τα μάτια μπαίνοντας μέσα , κλείνοντας την πόρτα πίσω του. 

Ξαφνική η ζαλάδα τον έκανε να παραπατήσει και να στηριχτεί στον τοίχο με κλειστά τα μάτια. Ταυτόχρονα συνειδητοποίησε την μυρωδιά. Νοτισμένη γη. Ταυτόχρονα άκουσε τους ήχους. Αέρας ανάμεσα από φύλλα, ήχοι πουλιών. Τα μάτια του άνοιξαν σε μια λαμπρή ημέρα αγκαλιάζοντας μια οργιαστική έκρηξη από δέντρα, φυτά και χρώματα έντονα στα λουλούδια. Στο βάθος μια λίμνη με φλαμίνγκος και άλλα πουλιά άγνωστα να απλώνουν τις φτερούγες τους στον ουρανό.
Στη λίμνη Εκείνη. Γυμνή, άφηνε το νερό να την χαϊδεύει μέχρι τα γόνατα.
Γύρισε και τον κοίταξε χαμογελαστή απλώνοντας το χέρι.


Έβγαλε γρήγορα τα ρούχα του και προχώρησε…

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011

for verity


'Εργο του Michael Maier


Είναι φορές που ένα σχόλιο μας ωθεί σε σκέψεις και συνειρμούς περίεργους.
Ψάχνοντας ανακαλύπτουμε το μέγεθος της άγνοιάς μας…
Αυτήν  ακουμπώ  εδώ … και χαίρομαι που συνεχώς την ανακαλύπτω…

Η συνειδητοποίηση της άγνοιας είναι το πρώτο βήμα προς την γνώση. 

Το σχόλιο...
Λογική και πραγματικότητα αποκτούν υπόσταση μόνο όταν αυθαίρετα ορίσεις τα σημεία αναφοράς τους . Υπάρχουν πύλες που αν τις διαβείς η επιστροφή απλά είναι αδύνατη .


Το αποτέλεσμα....

  • Στην λογική, αξίωμα ή αρχή είναι μια πρόταση η οποία δεν αποδεικνύεται, αλλά θεωρείται είτε προφανής, ή αποτέλεσμα κάποιας απόφασης.
  • Ο αυθαίρετος ορισμός των σημείων αναφοράς της πραγματικότητας συνεπάγεται παρόμοιο ορισμό των σημείων αναφοράς της φαντασίας.
  • Πριν αιώνες ειπώθηκε ένας υπέροχος μύθος για ένα σπήλαιο…




Πηγές
Wikipedia.org
Outer.gr
You Tube.com
Πλάτωνας -Πολιτεία

Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011

ακόμη μια συνέχεια....

-Πάλι εκεί είσαι ?
-Πάλι με ενοχλείς… Η συμβίωση μαζί σου είναι βάσανο. Αλλά εγώ φταίω , που σου άνοιξα την πόρτα και σε άφησα να μπεις…
-Χα μήπως θα μπορούσες να κάνεις διαφορετικά? Είμαστε συνδεδεμένες από πάντα, απλώς δεν με άκουγες παλιά.
-Ποιος θέλει να ακούει γκρίνια ? έ?
-Λογική αγαπητή μου, όχι γκρίνια. Και πραγματικότητα αγαπητή μου. Όχι παραμύθια !.
-Πάλι κρίνεις αυτό που κάνω. Μου είναι αδιάφορο πια….

Ένας κόκκος άμμου είναι μια πραγματικότητα.
Πολλοί, είναι μια αμμουδιά ολόκληρη που σου ζητά να απλώσεις το βλέμμα και να αγκαλιάσεις τον ορίζοντα. Να ταξιδέψεις έστω και με μια σχεδία. Να δεις νέους τόπους και να γευτείς την αλμύρα. Να απλώσεις την ψυχή σου σαν φρεσκοπλυμένο σεντόνι στην λιακάδα. 
Να αλλάξεις το βλέμμα και έτσι να αλλάξουν όλα γύρω σου....
Κατάλαβες?
-Όχι …
-Το ήξερα !!!

ΔΥΝΑΤΑ !


Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2011

for veritable (b)


H φωτογραφία είναι από το  http://photobucket.com/



Ο Βασιλιάς  του αόρατου, του πνεύματος , γύρισε πλευρό με ένα βαθύ αναστεναγμό. Ονειρευόταν. 

Τα μάτια του κλειστά , είχαν αποκτήσει εδώ και ώρα την δική τους ζωή. Έβλεπε πάλι εκείνη. Πάλι θολή η μορφή της σαν μέσα από καθρέφτη. Να μεθά με το κορμί της. Να ποθεί να το χαϊδέψει, να το κάνει δικό του. Να σκύψει και να αιχμαλωτίσει το άρωμα των μακριών της μαλλιών. Και μόλις την πλησίαζε να την αγγίξει αυτή χανόταν, εξαφανιζόταν και ξυπνούσε πάντα με τον πόνο της έλλειψης στο στομάχι του για ένα όνειρο, πάντα το ίδιο τον τελευταίο καιρό, για μια άγνωστη μορφή, για μια άγνωστη γυναίκα, όσο και εάν στην ουσία αυτός ο πόθος του είχε απαγορευτεί, όσο και αν είχε αφιερωθεί σε πιο άυλες αγάπες και πόθους.

Ξημέρωνε. Παντού ξημέρωνε μια νέα ημέρα γεμάτη αρώματα περίεργα και  υποσχέσεις που άλλους τους έκαναν να χαμογελούν και άλλους να σφίγγουν το ρούχο πάνω τους , σαν να ζεσταθούν κι άλλο, σαν να αισθάνθηκαν ένα ρίγος στο κορμί, σαν να προστατευτούν.
Ήταν Χειμώνας ακόμη. Τα μεγάλα κρύα είχαν περάσει και οι αμυγδαλιές άνθιζαν θρασύτατες, βγάζοντας την γλώσσα στον χιονιά, ευτυχισμένες μέσα στο εύθραυστο των λουλουδιών τους.

Είχαν περάσει αρκετά φεγγάρια πια όταν ο Βασιλιάς της αναζήτησης της γνώσης έφθασε με όλο το πλήθος που τον συντρόφευε στο μακρύ ταξίδι του στις όχθες του ορμητικού ποταμού. Στο όριο ανάμεσα στην δική του και στην χώρα που είχε σκοπό να διαβεί.

Όλο αυτόν τον καιρό, δεν είχε συναντήσει πολλές πόλεις. Αλλά ούτε έμεινε σε καμιά περισσότερο από ότι χρειαζόταν για ανεφοδιασμό, για να αφήσει εκεί για περίθαλψη όσους είχαν αρρωστήσει σοβαρά από το ταξίδι, για να δει τι γνώσεις νέες μπορούσε να αποκομίσει. 
Τίποτα όμως δεν υπήρξε που να μην το είχε γνωρίσει. 
Που να μην το κατείχε.
Όταν μάθαιναν για τον ερχομό του, μια που η φήμη του για την πόλη του είχε προηγηθεί, γέμιζαν οι δρόμοι από κόσμο, σοφοί του τόπου έρχονταν να τον δουν και να υποβάλλουν τις απορίες τους και τις ερωτήσεις τους, και όλοι τον έδειχναν με θαυμασμό αλλά και φόβο γιατί τρόμαζαν οι άνθρωποι για όλη αυτή την δύναμη της γνώσης που είχε συγκεντρώσει αυτός ο βασιλιάς. 
Δέος περίβαλλε το βλέμμα τους, και σεβασμός ανάμικτος με φόβο.
Όλοι γνώριζαν ότι τίποτα δεν μπορούσε να του σταθεί εμπόδιο εάν ήθελε να μάθει κάτι που δεν γνώριζε ακόμη. Τίποτα και κανένα μέσο δεν ήταν αρκετό γι’ αυτόν… 
Υπήρχαν και εκείνα τα παραμύθια που τρόμαζαν τα παιδιά τις νύχτες…

Έπρεπε να βρουν ένα σημείο βατό για να περάσουν, άλογα, άνθρωποι και άμαξες απέναντι.
Υπήρχε μια γέφυρα εκεί, αλλά ήταν τόσο παλιά, τόσο εύθραυστη φαινόταν, που απέκλειε να σηκώσει όλο αυτό το βάρος.
Οι ανιχνευτές μετά από ημέρες βρήκαν ένα σημείο που φαινόταν κατάλληλο και όλο αυτό τον καιρό ο Βασιλιάς της αναζήτησης της γνώσης άνοιξε χάρτες και βιβλία και προσπάθησε να συγκεντρώσει ότι γνώριζε για την νέα χώρα που σε λίγες ημέρες θα διάβαινε. Γνώριζε αρκετά από τους εμπόρους και τους ταξιδευτές αλλά στο μυαλό του υπήρχε μόνο μία ιστορία. 
Την είχε ξέχωρα μέσα του. Τον κέντριζε. Τον ταλαιπωρούσε…

Υπήρχε, του έλεγε ένας ταξιδευτής, ένας περίεργος τύπος που του έλειπε το ένα μάτι και το είχε κάτω από μια μαύρη καλύπτρα, με πολλά χρυσά δακτυλίδια και ρούχα που φαίνονταν να είχαν δει καλύτερες και λαμπρότερες ημέρες… υπήρχε ένας βασιλιάς σε αυτή την χώρα. Οι πόλεις του ήταν πάνω στα βουνά. Το κάστρο του στο πιο ψηλό σημείο. Σπάνια τον έβλεπαν. Και τώρα πια είχαν χρόνια να τον δουν. Μόνο του αντιπροσώπους του έβλεπαν. Άνθρωποι σοφοί, λίγο ιδιόρρυθμοι και αυτοί.

Οι  πόλεις  ευημερούσαν. Τα χωράφια παρόλο το αντίξοο κλίμα έδιναν πάντα περισσότερο καρπό από ότι περίμεναν. Τα ζώα ήταν εύρωστα και υγιή. Φτωχός εκεί δεν υπήρχε. Μα ούτε και αρρώστιες. Όποιος τύχαινε να αρρωστήσει , θεραπευόταν εύκολα και γρήγορα . Οι κάτοικοι εκεί ζούσαν περισσότερα χρόνια από τους κατοίκους των άλλων πόλεων. Τα παιδιά μεγάλωναν όμορφα με γνώσεις και υγεία. Όποιος ξένος πήγε να κατοικήσει εκεί η καλοτυχία τον οδηγούσε και η ζωή του ομόρφαινε. Έτσι ζούσαν εκεί πολλοί από άλλα μέρη και οι πόλεις αυτές όλο και μεγάλωναν, όλο και ομόρφαιναν και σιγά σιγά ενώνονταν η μία με την άλλη . Ζούσαν και ανάπνεαν χωρίς τείχη γιατί έλεγαν οι κάτοικοι, ότι είχαν τον βασιλιά τους και τείχη δεν χρειάζονταν. Περίεργα πράγματα δηλαδή…

Δεν τον πίστεψε τον μονόφθαλμο αλλά  κάπου μέσα του γεννήθηκε η θέληση να γνωρίσει αυτόν τον δυσπρόσιτο βασιλιά με το ξεχωριστό βασίλειο στα βουνά. Του θύμιζε λίγο το δικό του… αν και βρεχόταν από θάλασσα.

Μετά από δύο φεγγάρια ο βασιλιάς της αναζήτησης της γνώσης βρισκόταν στους πρόποδες των βουνών που σκόπευε να ανέβει. 
Ήταν μια πόλη εκεί. Μικρή και ταπεινή του φάνηκε. Απλοϊκοί οι άνθρωποι, και έστειλε έτσι δικούς του ανθρώπους  ανάμεσά τους για πληροφορίες.
Οι δρόμοι  του βουνού ήταν φαρδιοί  και βατοί. Σημαντικό αυτό. 
Από την κορυφή του βουνού έβλεπαν λέει λάμψεις κάποια βράδια. 

Υπήρχε ένας θρύλος παλιός  για δύο δράκους που ερωτεύθηκαν και έφτιαξαν την φωλιά τους σε αυτό το βουνό. Κατά καιρούς τους έβλεπαν να πετάνε υπερήφανα και να στροβιλίζονται ανάμεσα στα σύννεφα. Ποτέ δεν τους ενόχλησαν. Κάποτε όμως χάθηκαν και κανένας δεν έμαθε το πως και το γιατί. Έλεγαν κι’ άλλα αυτοί οι απλοϊκοί άνθρωποι , παραμύθια τα περισσότερα πως πριν από χρόνια που είχε πέσει βαρυχειμωνιά εκεί πάνω όλα ήταν ολάνθιστα σαν μια αιώνια άνοιξη.

Άκουγε ο βασιλιάς και  τα μάτια του σπίθιζαν. 
Η ψυχή του αχόρταγη σαν να είχε βρεί ένα νέο έδεσμα εξωτικό. 
Και το ήθελε !
Ο πόθος του τον έκαιγε...



-....κοιμήθηκες μωρό μου ?
-....μμμμμμ....  δεν πρόσεξα τίποτα από όσα είπες... 
     άκουγα μόνο τον ήχο της φωνής σου...

     ...πραγματικά υπέροχος....
    


Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2011

for veritable (a)


Έργο του Luis Royo


O Βασιλιάς της τέχνης της δύναμης ξύπνησε μέσα στη νύχτα λουσμένος στον ιδρώτα. Βγήκε από τον προστατευτικό κύκλο που είχε δημιουργήσει , με ξόρκια και σχέδια μαγικά γύρω από το κρεβάτι του και περπάτησε ξυπόλυτος πάνω στις κρύες πλάκες μέχρι το άνοιγμα του τοίχου για την βεράντα του κάστρου του. Από εκεί η ματιά του μπορούσε να αγκαλιάσει όλο τον κάμπο μέχρι πέρα τα λιμάνια και τις ακτές. Όλο το βουνό πίσω του με τα μαγικά πλάσματα. Όλους τους δρόμους που έρχονταν και έφευγαν. Όλο τον ουρανό.
Ήταν κτισμένο σε σημείο εποπτείας.
Απόλυτα προστατευμένο στο χώρο, στον χρόνο και στις όποιες εξελίξεις. Μακριά από το πολύβουο πλήθος των πόλεων και των χωριών που οι στέγες τους ρόδιζαν ήδη στην νέα ημέρα.
Οι κόμποι στα δάκτυλά του είχαν ασπρίσει από την πίεση πάνω στις πέτρες. Όλο το κορμί του τεντωμένο για μια σκέψη.
Ήρθε ο καιρός. Αυτός έρχεται . Το ήξερα ότι θα ξημέρωνε αυτή η ημέρα και πρέπει να προετοιμαστώ. Πρέπει να μάθω τα σημάδια του.
Να μάθω ποιος είναι.
Γύρισε βιαστικά, αφήνοντας μια πτυχή της μακριάς του ρόμπας να παίζει με τον αέρα και μπήκε μέσα.
Στάθηκε μπροστά στο μωβ γυαλιστερό πανί που έκρυβε ένα ψηλό καθρέφτη σε μια πλευρά του τοίχου και το τράβηξε με μια κίνηση. Το καθρέφτισμά του υπήρξε περίεργο αλλά δεν υπήρχε κανείς άλλος να το δει  γιατί… έλυσε τα μακριά σκούρα μαλλιά του, και μέσα από το μακρύ περίτεχνο ρούχο βγήκε ένα όμορφο γυναικείο κορμί.
Κανείς δεν πρέπει να μάθει ότι είμαι γυναίκα, σκέφτηκε για άλλη μια φορά. Είναι το τίμημα που θα πληρώνω πάντα για την τέχνη μου. Αλλά αυτή μου αρκεί.
Και τώρα πρέπει να προφυλάξω και αυτή και τον εαυτό μου.


Ο Βασιλιάς  του αόρατου, του πνεύματος , γύρισε πλευρό με ένα βαθύ αναστεναγμό. Ονειρευόταν…

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...