Διάβηκε ξέφρενα
το δάσος. Στιγμή να ανασάνει. Και ο αέρας
πηχτός, σαν πηχτός του φαινόταν.
Βαρύς.
Βαρύς.
Το έλεγε ακόμη
δάσος, έτσι όπως το ονόμαζε παιδί όταν
ξάπλωνε στις σκιές των δένδρων κτίζοντας
τα όνειρά του στα σύννεφα. Έτσι του έλεγε
ο πατέρας του βέβαια, αν και εκείνος
απλώς τα κοιτούσε. Ήξερε ότι τίποτα δεν
μπορείς να κτίσεις σε ένα σύννεφο.
Εκείνος ήθελε να κτίσει στην γη. Αυτό
τελικά έκανε όταν μεγάλωσε.
Κατάφερε να
κτίσει μια ολόκληρη πόλη. Μικρή στην
αρχή. Μετά ήρθαν και άλλοι και νέα κτίρια
υψώθηκαν. Όλα γέμισαν ζωή, μυρωδιές και
θόρυβο. Τότε. Που τα δάση ήταν γεμάτα
δένδρα με φυλλώματα πλούσια, Βλάστηση
όλο ήχους.
'Ετρεχε...
Τίποτα δεν
μπορούσε να τον κρύψει από τα μάτια
τους. Καχεκτικοί κορμοί υψώνονταν.
Ξεραμένοι . Πέτρες κάτω και ρίζες που
ξέφευγαν από τα βάθη για να τον δυσκολεύουν
περισσότερο. Μαύρα τα περισσότερα γύρω
του. Η φωτιά δεν χαρίστηκε σε τίποτα.
Ήταν όμορφη η
πόλη του, και ήρθαν εκεί να κατοικήσουν
όμορφοι άνθρωποι γιατί... τι άλλο θα
ταίριαζε σε μια τόσο όμορφη πόλη...
Έπεσε για άλλη
μια φορά σκοντάφτοντας... Θα τον έφταναν.
Δεν είχε καμία ελπίδα πια.
Τρελό τον είπαν... Εκείνος ήξερε όμως ότι δεν ήταν. Απλώς
ήθελε εκείνη η ομορφιά που δημιούργησε
να διατηρηθεί για πάντα ! Μα και οι
άνθρωποι, ναι, αναλλοίωτοι και αυτοί σα
κοσμήματα στους δρόμους και τα κτίρια.
Μετά άρχισαν οι εξαφανίσεις και τα πρώτα
εκθέματά του. Μα ήταν πανέμορφοι έτσι
όπως τους έστηνε στις γωνίες και τους
δρόμους...
Άρρωστο τον
είπαν... Μα εκείνος ήξερε ότι δεν ήταν.
Απλώς ήθελε εκείνη η ομορφιά που
δημιούργησε να διατηρηθεί για πάντα !
Ποτέ δεν αγάπησε
τους ανθρώπους. Αυτό μπορούσε να το πει.
Αγαπούσε πάντα τα κτίρια, τα υλικά, τις
κατασκευές. Οι άνθρωποι ήταν μόνο
διακοσμητικά στον χώρο.
Μα γιατί δεν τον άφησαν να ολοκληρώσει το έργο του; Μεγαλειώδες θα ήταν. Αιώνια αμετάβλητο. Αξιομνημόνευτο στους αιώνες που θα έρχονταν !
Μα γιατί δεν τον άφησαν να ολοκληρώσει το έργο του; Μεγαλειώδες θα ήταν. Αιώνια αμετάβλητο. Αξιομνημόνευτο στους αιώνες που θα έρχονταν !
Έτρεχε...
Ξύπνησε
μούσκεμα... Κοίταξε το ξυπνητήρι έντρομος.
Σε ένα τέταρτο έπρεπε να είναι στην
δουλειά. Φύλακας στη Δ' πτέρυγα των
φυλακών της πόλης.
Όχι !!!
Δεν
ήταν αυτό που ονειρεύτηκε για την ζωή
του...